ΑΡΘΡΑ

Ο Γρηγόρης Σολωμός ασχολήθηκε με τα πεδία της ιατρικής, της φυσικής, της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, ευρισκόμενος σε διαρκή πνευματική κίνηση για την αναζήτηση της δημιουργικής γνώσης, της επιστημονικής τεκμηρίωσης και της παραγωγικής σύνθεσης.

Published: May 29 Posted Under: Υγεία

Τα επαγγέλματα υγείας στην Ελλάδα σήμερα

Η επανάσταση, που έχει συντελεσθεί τα τελευταία χρόνια στην πληροφορική και στην ανθρώπινη οικολογία αλλάζουν την μορφή της κοινωνίας και κατ’ επέκταση των υπηρεσιών Υγείας.

Δίνεται έμφαση και προτεραιότητα στην πρωτοβάθμια φροντίδα και ενισχύεται ο ρόλος του οικογενειακού γιατρού.

Παράλληλα η βιοϊατρική τεχνολογία καθιστά προσιτή στον άρρωστο την ιατρική πράξη και αρχίζει να απασχολεί λιγότερο το εξειδικευμένο προσωπικό.

Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι και πολιτικές οι οποίες αναφέρονται στο ανθρώπινο δυναμικό και η ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων δεν έχει αρχίσει να συμβαδίζει με την νέα πραγματικότητα.

Και ακόμη δεν αξιολογούνται οι προτεραιότητες που θα προκύψουν από τις δυνάμεις προσφοράς και ζήτησης και πολύ περισσότερο από τις ανάγκες του συστήματος όπως διεθνώς συμβαίνει.

Συγκεκριμένα:

α) Η υπερπαραγωγή γιατρών συνεχίζεται και μάλιστα ειδικών.
β) Τα προβλήματα ανεπάρκειας του νοσηλευτικού προσωπικού καθόλου δεν έπαψαν να ταλανίζουν το σύστημα.
γ) Οι ανισότητες στην κατανομή των επαγγελμάτων Υγείας συνεχίζει να μην έχει ακόμη επιλυθεί.
δ) Η προπτυχιακή και μεταπτυχιακή εκπαίδευση των γιατρών ενθαρρύνει την εξειδίκευση και μάλιστα σε ειδικότητες κερδοφόρες. Αντίθετα η εκπαίδευση στο νοσηλευτικό προσωπικό περιορίστηκε στα όρια της θεωρίας.
ε) Το κέρδος και η συναλλαγή επιβραβεύουν την τεχνητή ζήτηση και υπερπροσφορά ιατρικών υπηρεσιών χωρίς αντίστοιχη αποτελεσματικότητα ή ανταποδοτικότητα των υπηρεσιών αυτών.

Τέλος θέλω να σημειώσω τον ρόλο που αρχίζει να διαδραματίζει στην όλη διαδικασία της παραγωγής και παροχής των υπηρεσιών Υγείας ο πλήρης σχεδόν ενημερωμένος ασθενής, ο οποίος όμως φαίνεται ότι δεν λαμβάνεται ακόμη σοβαρά υπόψη από τα επαγγέλματα Υγείας με αποτέλεσμα την υφέρπουσα αμφισβήτηση της αναγκαιότητας της ιατρικής πράξης και την παρείσφρηση της αμφιβολίας στις σχέσεις γιατρών και κοινωνικού συνόλου.

Στο μεταξύ το Ελληνικό παράδοξο στην υγεία δεν έχει ούτε αξιολογηθεί ούτε ερμηνευθεί επαρκώς.

Δείκτες υγείας καλοί με υψηλή αποτελεσματικότητα και χωρίς σχεδόν ανισότητες αλλά με χαμηλή ανταποδοτικότητα του συστήματος σε επίπεδο ατομικό.

Και επειδή φίλες και φίλοι οι προϋποθέσεις για τις ριζικές αλλαγές που απαιτούνται για την ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων δεν υπάρχουν, θα περιορισθώ στην αποτύπωση της πραγματικότητας και την επισήμανση των συνεπειών που συνεπάγεται η απραξία και η έλλειψη αποτελεσματικότητας του συστήματος.

Το εργατικό δυναμικό στην χώρα μας ανέρχεται στα τέσσερα περίπου εκατομμύρια άτομα και το ποσό ανεργίας ανέρχεται στο 10% του εργατικού δυναμικού μέσα στο 1995.

Η Ελλάδα παρουσίασε σημαντική ανάπτυξη στον τομέα της υγείας και ιδιαίτερα στην αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο από 1,5% στις αρχές του 70, ανέρχεται σήμερα στο 3,8% του ενεργού πληθυσμού.

Από το δυναμικό αυτό το 28,6% είναι γιατροί και το 29,8% νοσηλευτικό προσωπικό.

Εξ αυτών το 72% των γιατρών και το 89% του νοσηλευτικού προσωπικού έχουν σχέση με το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. Αντίθετα λίγοι οδοντίατροι και φαρμακοποιοί απασχολούνται στο Δημόσιο και οι υπόλοιποι ως ελεύθεροι επαγγελματίες και με συμβάσεις στα ασφαλιστικά ταμεία.

Το υπόλοιπο προσωπικό στο χώρο της υγείας που ανέρχεται στο 28% (δηλ. παραϊατρικό, διοικητικό, βοηθητικό και λοιπό επιστημονικό) απασχολείται κατά ποσοστό 90% στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία.

Επίσημη λίστα ανεργίας για τα επαγγέλματα Υγείας δεν υπάρχει, αν και πολλοί εξ αυτών είναι γραμμένοι στο ταμείο ανεργίας.

Ωστόσο ένας κεντρικός, εθνικός προγραμματισμός στο ανθρώπινο δυναμικό θα πρέπει να εξασφαλίζει στις επιμέρους κατηγορίες τον παράλληλο αριθμό ατόμων που απαιτούνται στο σύστημα Υγείας, καθώς επίσης και αναπαραγωγή και συνεχή εκπαίδευση αυτών με παράλληλη αξιολόγηση των περιφερειακών ανισοτήτων στην κατανομή του προσωπικού.

Το κρίσιμο όμως σημείο στην όποια πολιτική μέχρι σήμερα ακολουθείται είναι η πλήρης αποσύνδεση της αγοράς εκπαίδευσης από εκείνη της απασχόλησης, η οποία προκαλεί δυσμενείς επιπτώσεις, ανάμεσα στις οποίες, προεξάρχουν οι γεωγραφικές ανισότητες.

Τα τελευταία χρόνια οι συνθήκες λειτουργίας των υπηρεσιών Υγείας μεταβάλλονται ριζικά, όπως μεταβάλλονται και οι συνθήκες παραγωγής προϊόντων στην Βιομηχανία και γενικότερα οι συνθήκες παροχής υπηρεσιών.

Η σύγχρονη βιοϊατρική τεχνολογία σε συνδυασμό με τα μικρο-chips απλουστεύουν την θεραπευτική και διαγνωστική διαδικασία.

Οι Υπέρηχοι, τα Lasers και η τηλεματική από την μια μεριά και τα μηχανήματα μέτρησης αρτηριακής πίεσης και του σακχάρου του αίματος από τον ασθενή, από την άλλη, καθιστά την ιατρική πράξη απλή και προσιτή σε λιγότερο εξειδικευμένα επαγγέλματα αλλά και στον ίδιο τον ασθενή.

Η δυνατότητα που αποκτά ο ασθενής να ελέγχει με τον τρόπο που προανέφερα, την υγεία του, οδηγεί σε αμφισβήτηση του πατερναλισμού που χαρακτηρίζει την από αιώνες γνωστή σχέση γιατρού - ασθενή.

Μ’ αυτές τις ανακατατάξεις διαφοροποιείται ο ρόλος των υπηρεσιών Υγείας. Οι μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες αντικαθίστανται από μικρότερες αλλά εξειδικευμένες με παράλληλη έμφαση στον ρόλο του Κέντρου Υγείας και του Γενικού γιατρού. Εδώ δηλαδή δεν έχουμε ένα γιατρό ειδικό, που συνήθιζε να επιβάλλει τις απόψεις του στον άρρωστο, αλλά οικογενειακό που προτιμήθηκε από τον άρρωστο με τον οποίο συνεργάζονται και βρίσκονται σε διαρκή επαφή και στενή ψυχική διασύνδεση.

Αντίστοιχες και μάλιστα εντυπωσιακές αλλαγές έχουμε στην οργάνωση και τη χρηματοδότηση των συστημάτων Υγείας. Το Κράτος πρόνοιας ανεξάρτητα από την μορφή του, είτε δηλαδή ανήκει στο σύστημα Bismark είτε του Beveridge είτε του Semashko με κύριο χαρακτηριστικό τη συμπαγή οργάνωση, το διοικητικό έλεγχο και την επιλογή των υπηρεσιών Υγείας από τον άρρωστο, αρχίζει να αλλάζει δομή και οργάνωση.

Την Μονολιθικότητα διαδέχεται ένα σύστημα που διαλαμβάνει ένα κεντρικό επιτελικό όργανο χρηματοδότησης αλλά και ελέγχου της αποτελεσματικότητας και της ανταποδοτικότητας από την μία μεριά και πολλές μικρές ημιανεξάρτητες ή ανεξάρτητες λειτουργικές μονάδες, από την άλλη.

Αν στις σημαντικές αυτές αλλαγές της παραγωγικής διαδικασίας προσθέσουμε και την επανάσταση που συντελείται στην Γενετική με την χαρτογράφηση του ανθρωπίνου γονιδιώματος και στην ψυχονευρο-ανοσολογία καθίσταται κατανοητή η αναγκαιότητα προσαρμογής σε νέες συνθήκες και εξελίξεις για μια αποτελεσματική ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων στον χώρο της υγείας.

Αν λάβουμε σοβαρά υπόψη όσα εξέθεσα θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα και να προλάβουμε τα γεγονότα.

Δυστυχώς η ανταπόκριση φαίνεται να είναι απογοητευτική.

Αλλά για να ιδούμε το Γιατί, θα πρέπει να ιδούμε το πρόβλημα από τέσσερις  παραμέτρους:

1. Παραγωγή και κατανομή των επαγγελμάτων Υγείας

Ουδέποτε στην χώρα μας εντάχθηκε σε κάποιο προγραμματισμό που να λαμβάνει υπόψη του σοβαρά τη στοιχειώδη εκτίμηση των αναγκών σε ανθρώπινο δυναμικό:

Για παράδειγμα: Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται απειλητικά για τους ίδιους και την κοινωνία ο αριθμός των γιατρών. Χίλιες περιπτώσεις κάθε χρόνο.

Και διερωτάται κανείς: Που πάμε άραγε;

Σε ανεργία των γιατρών ή υπερκατανάλωση ιατρικών υπηρεσιών;

Αντίθετα η εξέλιξη του νοσηλευτικού προσωπικού ήταν αξιοσημείωτη τα τελευταία 10 χρόνια και ήρθαμε στη σχέση 1:1 με τους γιατρούς. Όμως πολύ απέχει από την επιθυμητή αναλογία 3:1.

Όσον αφορά την ειδίκευση των γιατρών παράγουμε γιατρούς ειδικοτήτων για την ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων, ενώ ο αριθμός των Γενικών γιατρών παραμένει δραματικά χαμηλός.

Πεντακόσιοι Γενικοί γιατροί όταν οι ανάγκες ξεπερνούν τις 5 χιλιάδες.

Παράλληλα έχουμε και ανισοκατανομή του ιατρικού δυναμικού μεταξύ των γεωγραφικών διαμερισμάτων της χώρας, με συνέπεια τη διατήρηση και διεύρυνση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, στην παροχή υπηρεσιών Υγείας και στην υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού, αφού η παρατηρούμενη αδιαφορία του ιατρικού σώματος να στελεχώσει τα επαρχιακά νοσοκομεία και τα αγροτικά Κέντρα Υγείας οδηγεί στην μαζική μετακίνηση ασθενών στο κέντρο, ενώ παράλληλα επιβαρύνει τα νοσηλευτικά ιδρύματα με μη απαραίτητες εισαγωγές. Έτσι το 1990 από τους 38.738 γιατρούς οι 20.170 υπηρετούσαν στην Αθήνα και οι 7.568 στην Κεντρική Μακεδονία, δηλαδή το 65% περίπου.

2. Το Νοσηλευτικό Δυναμικό

Η αναλογία των διπλωματούχων νοσηλευτών/τριών, συμπεριλαμβα-νομένων και των μαιευτών/μαιών και των επισκεπτών/τριών υγείας προς τους κατοίκους ήταν 1:942 και θεωρείται ανεπαρκής συγκρινόμενη με τους αντίστοιχους δείκτες άλλων Ευρωπαϊκών χωρών με ανεπτυγμένα συστήματα περίθαλψης.

Σας αναφέρω την κατανομή του νοσηλευτικού προσωπικού ανά περιφέρεια και φορέα. Το 29,75 είναι νοσηλευτές-τριες, το 37% είναι βοηθοί νοσοκόμοι (με 1-2 έτη εκπαίδευσης) και το 26% βοηθητικό νοσηλευτικό προσωπικό (βοηθοί θαλάμου, τραυματιοφορείς κ.λπ.) ενώ για το υπόλοιπο προσωπικό (Κέντρα Υγείας, Ιδιωτικά Νοσοκομεία, ΙΚΑ) δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία. Έτσι η αναλογία είναι περίπου 1 νοσηλεύτρια ανά 5,5 κλίνες, 1 βοηθός νοσοκόμος ανά 4,3 κλίνες και σε κάθε 1 απασχολούμενο ως βοηθητικό νοσηλευτικό προσωπικό αντιστοιχούν 6 κλίνες.

Το νοσηλευτικό προσωπικό αποτελεί περίπου το 30% του ανθρώπινου δυναμικού στις υπηρεσίες Υγείας. Το 80% απασχολείται στα δημόσια νοσοκομεία, το 10,4% σε ιδιωτικά νοσοκομεία, το 3% σε Κέντρα Υγείας (1 νοσηλευτικό προσωπικό ανά 1 γιατρό) και το 6,6% στο ΙΚΑ και στα άλλα ασφαλιστικά ταμεία. Επιπλέον, υπάρχει η ομοσπονδία αποκλειστικών νοσοκόμων που προσφέρουν υπηρεσίες σε ενδονοσοκομειακούς ασθενείς χωρίς να είναι γνωστά τα στοιχεία για την καταγραφή τους.

Πέρα των ήδη απασχολούμενων νοσηλευτών/τριών στο Σύστημα Υγείας, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον ακριβή αριθμό αυτών που παραμένουν εκτός συστήματος (άνεργοι αργούν παραγωγικό δυναμικό κ.λπ.). Το πρόβλημα της άνισης κατανομής παρατηρείται όχι μόνο στους γιατρούς αλλά και στο νοσηλευτικό προσωπικό. Σημαντική είναι η συγκέντρωση νοσηλευτικού προσωπικού στην Αθήνα (45%) αλλά και στις μεγάλες πόλεις.

Διαχρονικά ο αριθμός των διπλωματούχων νοσηλευτών/τριών αυξάνει με βραδύ ρυθμό (περιλαμβάνονται και οι μαίες), παρά την ίδρυση αρκετών νέων σχολών νοσηλευτικής, ενώ ο αριθμός των βοηθών αυξάνει με ταχύτερο ρυθμό.

Η επικρατούσα κατάσταση στον χώρο του νοσηλευτικού προσωπικού, δείχνει γενικά αδυναμία ανατροφοδότησης του συστήματος εκπαίδευσης - απασχόλησης και έλλειψη προγραμματισμού για τις μελλοντικές ανάγκες της χώρας.

Στα πλαίσια αυτά, η παρέμβαση στην αγορά εκπαίδευσης και απασχόλησης του νοσηλευτικού δυναμικού είναι αναγκαία ώστε να αρθεί η αρνητική σχέση επιστημόνων νοσηλευτών και βοηθών νοσοκόμων και κυρίως να εμποδιστεί η μεγάλη διαρροή σπουδαστών/τριών από τις σχολές.
Διοικητικό, Παραϊατρικό και Τεχνικό Προσωπικό

Αναφορικά με την κατανομή των υπολοίπων ειδικοτήτων και κατηγοριών που απασχολούνται στο Σύστημα Υγείας φαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλες ανάγκες παραϊατρικού προσωπικού σε όλες τις υγειονομικές περιφέρειες με μικρές εξαιρέσεις την Αττική και την Κεντρική Μακεδονία. Το παραϊατρικό προσωπικό αποτελεί το 5,7 του ανθρώπινου δυναμικού στις υπηρεσίες Υγείας. Το 67% απασχολείται στα δημόσια νοσοκομεία, το 6,6% στα ιδιωτικά νοσοκομεία, το 4,4% σε Κέντρα Υγείας και το 18,6% στο ΙΚΑ.

Όσον αφορά τις άλλες κατηγορίες προσωπικού, το διοικητικό αποτελεί το 5,8% και το υπόλοιπο προσωπικό (τεχνικοί, καθαριστές, μάγειροι κ.λπ) το 15,6% του συνόλου των απασχολούμενων στις υπηρεσίες Υγείας. Πάνω από το 80% απασχολούνται στα δημόσια νοσοκομεία. Όσον αφορά την απασχόληση στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ το ποσοστό της κάλυψης των Οργανικών Θέσεων των γιατρών φθάνει μόλις το 72%. Το σημαντικότερο όμως που πρέπει να επισημανθεί εδώ είναι η έντονη διαφοροποίηση ανά Υγειονομική περιφέρεια.

β) Η εκπαίδευση των επαγγελμάτων Υγείας στην Χώρα μας
Η προπτυχιακή εκπαίδευση των γιατρών δεν έχει διαφοροποιηθεί δυστυχώς από τα πρότυπα του 70 αν όχι του 60 στις περισσότερες των Ιατρικών μας σχολών. Προβολή των κλινικών ειδικοτήτων με έμφαση στην υπερεξειδίκευση και παντελής αγνόηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας. Η τελευταία σε πολλές χώρες της Ευρώπης συνιστά έδρα στις Ιατρικές των σχολές.
Επίσης το περιεχόμενο και η οργάνωση της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης κάθε άλλο παρά εξυπηρετεί τις εκπαιδευτικές ανάγκες των ειδικευομένων.
Έλλειψη κριτηρίων και μηχανισμού ελέγχου σε κάθε διαδικασία. Η λίστα αναμονής δεν κατήργησε μόνο το ρουσφέτι αλλά και την αξιοκρατία.
Το περιεχόμενο της εκπαίδευσης έχει γίνει αποκλειστική υπόθεση εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενου και η απονομή του τίτλου ειδικότητας δεν στηρίζεται σε ενιαία για κάθε ειδικότητα κριτήρια. Υπάρχουν διαφορές ανάλογα με την Ιατρική Σχολή.
Η εκπαίδευση επίσης στη Νοσηλευτική έχει καταστεί λίαν προβληματική. Το πρακτικό περιεχόμενο των Σχολών Νοσηλευτικής των νοσοκομείων αντικαταστάθηκε από το κυρίως θεωρητικό πρόγραμμα των Τ.Ε.Ι.
Έτσι εξέλειπεν η ιδιαιτερότητα του περιεχομένου της εκπαίδευσης, η τεχνική εξειδίκευση στην φροντίδα του αρρώστου και η προσφορά στην Αγωγή υγείας.
Γιατί τα ΤΕΙ διέρχονται μία κρίση που οφείλεται σε έλλειψη φυσιογνωμίας και προοπτικής και οδηγεί σε διεκδίκηση του παραγόμενου από τα Πανεπιστήμια έργου.

γ) Συνθήκες απασχόλησης των επαγγελμάτων Υγείας
Και εδώ επικρατεί σύγχυση.
Δεν υπάρχουν ηθικά κίνητρα για ενθάρρυνση γιατρών, νοσηλευτών και των άλλων επαγγελμάτων Υγείας.
Ο θεσμός της Π.Α.Α δεν κατήργησε την πελατειακή σχέση που ήταν ένας από τους στόχους των Οραματιστών του ΕΣΥ.
Μετά την καθήλωση των αμοιβών των γιατρών του ΕΣΥ, το μοναδικό κίνητρο που παρέμεινε είναι αύξηση του όγκου των ιατρικών πράξεων χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποιότητα.

Η πολιτική αμοιβής των γιατρών που ακολουθείται στον τόπο μας αγνοεί τέσσερις βασικές παραδοχές:

  1. Ότι ο κύριος καταναλωτής ιατρικών υπηρεσιών δεν είναι ο ασθενής, που αγνοεί ποιες εξετάσεις και ποια θεραπεία χρειάζεται, αλλά ο γιατρός που το γνωρίζει και το καθορίζει.
  2. Ότι η χρηματοδότηση των παραγγελλόμενων υπηρεσιών Υγείας γίνονται από κρατικό ή ασφαλιστικό φορέα και όχι με επιβάρυνση του χρήστη, αλλά με οικονομικό όφελος του γιατρού.
  3. Ότι από τους τρεις παράγοντες που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του γιατρού
    - Επιστημονική συγκρότηση
    - Ιατρική δεοντολογία &
    - Οικονομικά κίνητρα
    Ο τρίτος είναι ο πιο ισχυρός λόγος της αβεβαιότητας που επικρατεί στην Ιατρική επιστήμη, &
  4. Στον χώρο της υγείας η προσφορά δημιουργεί τη ζήτηση. Η προκλητή αυτή ζήτηση οφείλεται στο γεγονός ότι ο γιατρός με τις γνώσεις του αλλά και την επίκληση της ιατρικής ευθύνης έχει την πιο ισχυρή θέση μέσα στο σύστημα.

Οι παραδοχές αυτές εξηγούν γιατί δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι τομείς της υγείας με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού. Γιατί η αγορά διαστρεβλώνεται από τη στιγμή που ένας από τους παίχτες είναι σε μονοπωλιακή θέση και επιβάλει τους όρους του και μάλιστα πολλές φορές με ζαβολιές.

Βέβαια στην Ευρώπη και στη Δύση εφαρμόζουν νέα συστήματα ελέγχου της υπερκατανάλωσης των υπηρεσιών Υγείας, αλλά ο χρόνος δεν μας επιτρέπει να τα εκθέσουμε.

Πριν κλείσει το θέμα των κινήτρων πρέπει να σταθούμε και στα άλλα επαγγέλματα Υγείας. Στο νοσοκομείο η ποιότητα της φροντίδας εξαρτάται σε μέγιστο βαθμό από τη νοσηλεύτρια που βρίσκεται δίπλα στον άρρωστο. Και στην πρωτοβάθμια φροντίδα η νοσηλευτική, η Κοινωνική εργασία, η φυσιοθεραπεία κ.λπ. προσφέρει περισσότερα από το γιατρό.

Όμως με ποια κίνητρα αμείβεται το έργο της;

Αρκούν οι αμοιβές κατώτερου ή μέσου Δημόσιου υπαλλήλου για να βελτιωθεί το επίπεδο των προσφερομένων υπηρεσιών;

Η ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων σ’ αυτό το πεδίο απαιτεί μια ριζική επανεξέταση του θέματος.

8) Ο νέος ρόλος του ενημερωμένου πολίτη

Στους ανθρώπινους πόρους πρέπει να συμπεριλάβουμε πέραν των επαγγελμάτων Υγείας και τους χρήστες.

Είναι γεγονός ότι ο πολίτης σήμερα μπορεί να ελέγχει σε ένα βαθμό την υγεία του

α) Με μέτρα Αγωγής υγείας. Επιλογή βέβαια ατομική αλλά που ο ρόλος της ομάδας δεν είναι αμελητέος.
β Με την παρέμβαση της πληροφόρησης και της ενημέρωσης από τα Μ.Μ.Ε.
γ) Με τα μηχανάκια μέτρησης πίεσης σακχάρου κ.λπ. που απεξαρτοποιούν τον χρήστη από τον γιατρό.

Συνέπεια των όσων ανέφερα είναι:

  • Η αμφισβήτηση πολλές φορές των επιλογών και επιταγών του γιατρού.
  • Η αύξηση των απαιτήσεών του,  και
  • Οι συνέπειες της παραπληροφόρησης.

Όσο για την ιατρική συνθλίβεται πλέον ανάμεσα σε δύο συμπληγάδες:

Από τη μια μεριά η τεχνολογία που υποκαθιστά συνεχώς τον ανθρώπινο παράγοντα.
Και από την άλλη, ένας κόσμος που γίνεται πλέον απαιτητικός.

Για να ξεφύγει θα πρέπει:

  • Να δώσει έμφαση στην πληροφόρηση ή ενημέρωση του πολίτη.
  • Να πάψει να υποτιμά τη σημασία της Αγωγής υγείας, και
  • Να ενημερώνεται συνεχώς για τις εξελίξεις της επιστήμης και να χρησιμοποιούν όλα τα διατιθέμενα από την τεχνολογία μέσα για να πάρουν επιτέλους το πάνω χέρι από την ελίτ που ελέγχει την τεχνολογία.

Το Ελληνικό παράδοξο στην υγεία

Η Ελλάδα είναι χώρα φτωχή με πλούσιους πολίτες.

Έτσι έχουμε ένα Σύστημα Υγείας που δυσλειτουργεί αλλά έχουμε υγιείς πολίτες:

α) Αποτελεσματικότητα του συστήματος υψηλή.
     Οι δείκτες επιβίωσης, βρεφικής, νεογνικής και μητρικής θνησιμότητας είναι από τις καλλίτερες στον κόσμο. Πέραν από την άνοδο του βιοτικού επιπέδου ασφάλισης στην επιτυχία αυτή, η ιατρική περίθαλψη παίζει σημαντικό ρόλο.
β) Η αποδοτικότητα όμως του συστήματος είναι χαμηλή : Από το 8% του ΑΕΠ που δαπανούμε συνολικά για την υγεία ένα μεγάλο μέρος σπαταλάτε για άχρηστες εξετάσεις, περιττά φάρμακα και αμφίβολης χρησιμότητας θεραπείες.
γ) Ανισότητες. Δεν υπάρχουν αν εξαιρέσουμε τις μειονότητες. Βέβαια θα πρέπει να περιμένουμε και τις επιπτώσεις από την εγκατάσταση 400 χιλιάδων μεταναστών νομίμων και λαθραίων. Εξήγηση του Ελληνικού παραδόξου δεν μπορεί εύκολα να δοθεί. Όμως θα πρέπει τα δεδομένα αυτά να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.

Συμπέρασμα

Η αντιμετώπιση του προβλήματος

  • της ανάπτυξης του ανθρωπίνου δυναμικού αλλά και
  • του Συστήματος Υγείας συνολικά απαιτεί βαθιές τομές.
    Θα πρέπει να επανεξετάσουμε την Ελληνική πραγματικότητα που δεν θα βασίζεται στα βιώματα και τις προκαταλήψεις του παρελθόντος και θα αφήσει κατά μέρος τα επί μέρους διλλήματα της τελευταίας 20ετίας.
    Και οι τομές αυτές θα πρέπει να βασισθούν σε δύο στοιχεία:
  • Στην εκτίμηση των σημερινών τάσεων, στις προοπτικές και τις προκλήσεις του αύριο.
  • Στην κατανόηση και ερμηνεία του τι γίνεται στην χώρα μας, δηλαδή στην πειστική εξήγηση του Ελληνικού παραδόξου της υγείας.

Δυστυχώς τέτοιες προϋποθέσεις δεν υπάρχουν.

Η χώρα μας περνά μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο μια κρίση αξιών και ιδεολογιών που δεν της επιτρέπει να προσδιορίσει με σαφήνεια τους στόχους που επιδιώκει.

Παράλληλα βιώνει τη δική της κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση που δεν της επιτρέπει να υιοθετήσει την τολμηρή πολιτική που απαιτείται.

Γιαυτό θα σταθώ σε κάποια μικρά αλλά απαραίτητα βήματα που πρέπει να κάνουμε, βήματα που δεν θα έχουν άμεση απόδοση αλλά θα προετοιμάσουν τους ανθρώπους πέραν του αύριο.

  1. Να περιορισθεί σημαντικά ο αριθμός των αδειών άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος με την εφαρμογή της αντικειμενικής εξέτασης. Οι εξετάσεις θα αποτελούν πρόκριμα για την επιλογή της ειδικότητας.
  2. Να ενισχυθεί η προσπάθεια αύξησης του αριθμού Γενικών γιατρών και να αποθαρρυνθεί η παραγωγή «δημοφιλών» ειδικοτήτων.
  3. Να κηρυχθούν κεκορεσμένες ορισμένες περιοχές από γιατρούς ή συγκεκριμένη ειδικότητα με έλεγχο της χωροταξικής κατανομής του ιατρικού δυναμικού.
  4. Αντικειμενικά κριτήρια ελέγχου σ’ ολόκληρο το στάδιο της εκπαίδευσης του γιατρού - εκπαιδευόμενου και εκπαιδευτών.
  5. Ενίσχυση των Ιατρικών σχολών που θα συμπεριλάβουν στο πρόγραμμά τους την πρωτοβάθμια φροντίδα, την Γενική Ιατρική και Οικογενειακό γιατρό.
  6. Προσδιορισμός με σαφήνεια του ρόλου της νοσηλευτικής και των άλλων επαγγελμάτων Υγείας και πάντρεμα των ΤΕΙ με τα νοσοκομεία.
  7. Κίνητρα ηθικά και οικονομικά στα επαγγέλματα Υγείας.
  8. Προώθηση προγραμμάτων Αγωγής υγείας.
  9. Επέκταση της διδασκαλίας των κοινωνικών και οικονομικών επιστημών Υγείας και στις οικονομικές σχολές της χώρας.
  10. Παροχή συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης.

Απ’ όλα όσα όμως είπα, φοβάμαι ότι δεν θα γίνει τίποτα.

Είμαι βέβαιος ότι το Υπουργείο Υγείας έχει και τη διάθεση και τη δυνατότητα να προωθήσει πολλά από αυτά που άλλωστε τα γνωρίζει.

Διατηρώ επιφύλαξη για τον ρόλο που θα παίξουν οι επιστημονικοί, συνδικαλιστικοί και κοινωνικοί φορείς στην όλη προσπάθεια. Δηλαδή μήπως αγνοήσουν την ουσία των προτάσεων και με επιχειρήματα ρετρό της τελευταίας 20ετίας θα ασχοληθούν μόνο με τα κεκτημένα και τη διατήρηση του ελέγχου και της επιρροής στους μηχανισμούς της εξουσίας.

Όμως μετά 10 χρόνια είμαι βέβαιος ότι θα αντιληφθούμε γιατί οι άλλοι πάνε μπροστά και εμείς μένουμε πίσω.

Γρηγόρης Σολωμός,  Ομιλία ως Διοικητής του ΙΚΑ στο Συνέδριο της Εταιρείας Γενικής Ιατρικής στο Ηράκλειο

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ   -   ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ